Έχεις μια θέση στο τρένο του γυρισμού.
Μία θέση που η πλάτη σου ακουμπά σταθερά σ’αυτήν, αν και λίγο άβολα.
Άβολα γιατί είσαι καθισμένος αντίθετα προς την φορά του τρένου.
Δεν βλέπεις τι έρχεται μπροστά σου και τι θα συναντήσεις.
Βλέπεις τι αφήνεις πίσω σου και τι συνεπάγεται του φευγιού σου.
Τι σε έφερε στη θέση που βρίσκεσαι αυτή τη στιγμή.
Παρατηρείς απλά τα όσα αφήνεις πίσω σου να περνούν μπρος από τα μάτια σου, σαν τις κομμένες σκηνές της ταινίας της ζωής σου.
Σαν τα πράγματα που ποτέ δεν πρόσεξες γιατί τότε δεν σε ενδιέφερε η διαδρομή, μα ο τελικός προορισμός.
Κι όσο τα κοιτάς, τόσο αναρωτιέσαι..
«Γιατί ποτέ δεν τα πρόσεξα;»
«Γιατί ποτέ δεν μέτρησα τα πόσα δέντρα πέρασα μέχρι να φτάσω Εκεί;»
«Γιατί ποτέ δεν πρόσεξα το περιβάλλον αυτού που ήθελα;»
«Γιατί κλαίω ενώ ήξερα από την αρχή πότε και πως θα τελείωνε;»
Η ιστορία σου όμως ποτέ δεν τελειώνει, γιατί είναι φτιαγμένη από αποσπάσματα.
Λένε πως οι μεγαλύτερες ιστορίες βρίσκονται στα πιο μικρά στιγμιότυπα.
Μαζί είχαμε μοναχά [ελάχιστα] στιγμιότυπα.
Αυτά λοιπόν θα υπάρχουν πάντα.
Και όσα θα έρθουν θα προσθέτουν κάτι ακόμα στο ταξίδι και στην ιστορία μας/σας.
Δεν έχει τελειώσει.
Δεν φτάσαμε/τε ακόμα εκεί.
Δεν θα φτάσουμε/τε γρήγορα.
Έχεις θέληση;