29.8.10

"...όταν ο ξένος δίπλα σου ξυπνά."

--> --> -->
Σταματά η Γη να γυρίζει.
Ξεκινάς εσύ να στροβιλίζεσαι.
Πιστεύεις πως θα βρεθείς σύντομα εκεί, στην προστασία του σπιτιού που ποτέ δεν είχες.
Στο Βορρά, όπου ο ήλιος ανατέλει πιο αργά και τα ελάφια τρώνε ψυχές για βραδινό.
50,000 νησιά κι εσύ ακόμα αιωρείσαι πάνω από διαχωρισμούς κι αλάτι – κακό σημάδι καθώς λένε.
Ξύπνησες κι ακόμη ήθελες να γυρίσεις πίσω, εκεί όπου όλα είναι δύσκολα κι αδυνατείς να καταλάβεις πόσες συνάψεις σου λειτουργούν και με τι χρώματα υφαίνονται τόσο βαριές κουβέντες σ’ένα χρόνο τόσο ραγισμένο σαν αυτόν.

22.8.10

Αποθηκεύστε τα ψαλίδια σας.



Να πέφτω στο κρεβάτι και να κρατάω μια γουλίτσα χώρο κι ένα δεύτερο σεντόνι.
Να φοράω τις μπλούζες μου μακριές και σκισμένες και να μη με νοιάζει.
Να χορεύω και να τραγουδάω στο αμάξι όποτε ακούω brandon flowers.
Να μπορώ να φύγω, αλλά να' μαι κ εδώ και να το ξέρω.
Να με περιμένει ένα πεντάγραμμο στη γωνιά του δωματίου και να μου ψιθυρίζει λόγια με το delay στο Θεό.
  • Σ'ευχαριστώ που μου δίνεις τη δυνατότητα να κοιμάμαι ξανά, να λέω "ευχαριστώ", να ακούω, να δείχνω, να δίνομαι, να δημιουργώ και να χαμογελάω όταν μυρίζω μυρωδιά άλλη στα ρούχα μου εκτός απ' τη δική μου.

21.8.10

Ημέρα τάδε _ 4,25


Κοίταξε γύρω της και αντίκρισε τα απομεινάρια της χθεσινής βραδιάς.

Ένιωθε τη σάρκα της κομματιασμένη και πεταμένη στις σκονισμένες γωνιές του δωματίου της. Στο κεφάλι της ηχούσαν ακόμα τα λόγια Του: «Δεν γίνεται. Θέλω, μα δεν γίνεται. Πρέπει να με καταλάβεις. Θέλω. Μα δεν γίνεται.» . Σηκώθηκε από το κρεβάτι, στάθηκε στα πόδια της και για μια στιγμή… προσπαθούσε να αποφασίσει ποιο από όλα του κορμιού της τα σημεία την πονούσε πιο πολύ. Δεν είχε χρόνο.

Τα μάτια της είχαν αντικρύσει το κενό που άφησε πίσω της η βαριά ξύλινη πόρτα καθώς έκλεινε. Είχαν αντικρύσει για τελευταία (ίσως) φορά τα χέρια του να καλύπτουν το κεφάλι του σαν ξέσπασμα προστασίας προς τις παρθένες σκέψεις του. Τα αυτιά της είχαν ακούσει τις φωνητικές του χορδές να σφαδάζουν από τον πόνο της ψυχής των. Τίποτα δεν ήταν όπως πριν. Η μυρωδιά Του ήταν ακόμη στο χώρο και εκείνη έψαχνε εναγωνίως μια αιχμηρή γωνιά να κρεμάσει προσωρινά την καρδιά της από φόβο πως αν ένιωθε τόσο έντονα για λίγο ακόμα τα πάντα γύρω της, θα γινόταν θρύψαλα, τόσο μικρά που ούτε το γυμνό μάτι δεν θα τα έπιανε μόνο και μόνο για να εξυπηρετήσουν την ειρωνεία της κατά τα άλλα βαρυσήμαντης ύπαρξης της. Συνέχισε για λίγο να περιφέρει το κουφάρι της στο χώρο όταν σταμάτησε μπροστά από τον καθρέφτη της και παρατηρούσε το είδωλο της με έκπληξη. Κοιτούσε προσεκτικά. Έβλεπε εκείνη ή τέλος πάντων όσα είχαν απομείνει από κείνη. Αν κοιτούσε όμως πιο προσεκτικά, μέσα της αναφαινόταν Εκείνος σαν ένα ολόγραμμα επιθυμιών που γεννιόνταν από τα ενδότερα της ψυχής της.

«Πράξη πρώτη, λήψη πρώτη.» ,

ψιθύρισε και ύστερα έγδυσε το σώμα της και κάθισε στο απροστάτευτο πάτωμα. Σταύρωσε τα πόδια της, έλυσε τα μαλλιά της και προσπάθησε να συγκεντρώσει την ύπαρξη της [σε ένα σημείο πάνω στη χρονική γραμμή που διένυε.] για να σκεφτεί τι θα μπορούσε να κάνει από δω και πέρα.



**και συνεχίζεται.

13.8.10

Τον κύκλο που λέγαμε τον θυμάσαι;
Είναι κλειστός.
Είσαι στη μέση. Μόνος σου.
…κι όταν ο καιρός περάσει και τ’ οξυγόνο τελειώνει, πίστεψέ με, θα με ευγνωμονείς.

9.8.10

" Ακινησία "

" Πολύτροπου καημού η διαφορά
την αλλαγή παρηγορητική δε γνωρίζει.
Ακινησία απαίσια, βαρύτατη υλική.
Μωρία μου, τιμωρία εμμένουσα,
όταν δε μπορώ να υπάρχω αφαιρούμενη
από το νόημα, μυστική πεθαμένη
ανεξήγητη
με αμετάδοτη την ορμή, τη σημασία ασήμαντη. "

6.8.10

- 6


Θα γυρίζω γύρω σου, σα να’ σαι ο άξονάς μου.
Θα γυρίζω αργά.
Ύστερα πιο γρήγορα.
Και πιο γρήγορα.
Κι ο κόσμος θα ζαλιστεί και θα πέσει.
Και πίσω του θ’ αφήσει γαλάζια σκόνη .
Και μουσική.


[ image credits : beloved wirrow.]

5.8.10

«Γιατί πέφτουν τ‘ αστέρια;
Δεν κρατιούνται καλά;»


Και με κοιτάζεις. Περιμένεις απάντηση. Και κλαις. Και λες πως όσα πέφτουν είναι για μας και για να πραγματοποιηθεί η δική μας ευχή. Και ξέρω πως είναι αληθινό, γιατί δεν μου το λες εσύ, μα το παιδάκι που με κοιτάζει και δεν φοβάται τίποτα και κανέναν. Το παιδάκι που έχει τα χεράκια σταυρωμένα και μυρίζει τη θάλασσα.

Και τα βράδια με σκεπάζει μ’ ένα τραπεζομάντιλο λευκό και με κοιτάζει να κάνω γκριμάτσες. *only every night*
Δεν ξέρω τι ευχήθηκες – δεν θέλω να μάθω.
Απλά.. προσπάθησέ το. σε παρακαλώ.



[ image credits: beloved wirrow. ]