2.12.10

" Φοβάμαι τον ύπνο πιο πολύ κι από το θάνατο. Κι αυτό φοβάμαι να το πω μέχρι και στην ηχώ μου. Για αυτό με τα μάτια ανοιχτά βουτάω στη θάλασσα. Παλιά. Για αυτό μονάχα ξύπνιος ονειρεύομαι και σπάνια. Για αυτό οι εφιάλτες είναι ίδιοι μαζί μου. Γιατί τους βλέπω στον καθρέφτη. Ιδρώνω μέχρι τα νύχια των ποδιών, η πλάτη μου μουσκεύει και πετάγομαι.

Για αυτό αποφάσισα να μην ξανακοιμηθώ. Ποτέ. Δυο χρόνια το παλεύω και πάω καλά. Μένω σπίτι και κάνω μόνο αυτό που πρέπει. Δεν κουράζομαι, ούτε κοιμάμαι. Τόσο απλά. Μόνο κάθε δυο μέρες κλείνω για λίγο το ένα μάτι. Και μετά είμαι καλά. Κι αν χρειαστεί πολύ ακουμπάω για λίγο στην επιφάνεια του ψυγείου. Ή κοιμάμαι για λίγο πάνω στο περβάζι, στο σαλόνι. Δεν έχω μπαλκόνι και μένω στον πρώτο. Έτσι την πάτησα πριν μερικές βδομάδες κι έπεσα, και τώρα έχω σπασμένο αγκώνα. Τον δεξή ευτυχώς. "


Ωστόσο, ευχαριστώ που υπάρχεις. Έστω και γι'αυτές τις 3 ώρες τη βδομάδα. Ευχαριστώ που δε μιλάς πολύ και είσαι παράξενος και πολλές φορές δεν ξέρεις πως να μεταφράσεις τη γλώσσα σου στη γλώσσα μου. Και μου θύμισες και τους Modern Talking. Επίσης ευχαριστώ που είσαι καλός και τρως που και που και δε ρωτάς πολλά και που δεν υπάρχει ειρωνεία στο δωμάτιο. Κάποια στιγμή θα δείξει.